Πρόσφατες επιδημιολογικές έρευνες έχουν δείξει σημαντική αύξηση της επίπτωσης (incidence) του αυτισμού, ή άλλως των διαταραχών του φάσματος του αυτισμού (1 στις 150 γεννήσεις). Μερικοί ερευνητές ανεβάζουν την επίπτωση σε 1 στις 100 γεννήσεις. Η αύξηση οφείλεται εν μέρει στην διεύρυνση των διαγνωστικών κριτηρίων είναι όμως και πραγματική σε σημαντικό βαθμό. Ο όρος ‘διαταραχές του φάσματος του αυτισμού’ προτιμάται γιατί καλύπτει μια ευρεία ποικιλία κλινικών μορφών της διαταραχής, από τις πλέον σοβαρές έως τις ελαφρότερες. Μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιούνταν και ο όρος ‘διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές’.
Ο αυτισμός αποτελεί αναπτυξιακή διαταραχή που αφορά πρωταρχικά τον εγκέφαλο και γίνεται εμφανής στην αρχή του βίου του παιδιού, δηλαδή κατά τη βρεφονηπιακή ηλικία, τότε που η ανάπτυξη του εγκεφάλου γίνεται με ταχείς ρυθμούς. Το πρόβλημα του αυτισμού θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σαν εκτροπή στην ανάπτυξη του εγκεφάλου που κατά τις ενδείξεις αρχίζει στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η βλάβη αυτή του εγκεφάλου που δεν εντοπίζεται από τα συνήθη διαγνωστικά μέσα αφήνει τα ίχνη της στον υπόλοιπο βίο του ατόμου. Ο αυτισμός είναι σύνδρομο που μπορεί αν οφείλεται σε γνωστά αίτια (π.χ. ερυθρά στη μητέρα κατά την εγκυμοσύνη, κακώσεις κατά το τοκετό) στις περισσότερες όμως περιπτώσεις τα αίτια δεν είναι σαφή. Κύρια κλινικά χαρακτηριστικά του αυτισμού είναι:
α) Σοβαρό έλλειμμα στην κοινωνική αμοιβαιότητα, δηλαδή το παιδί ή δεν επικοινωνεί ή επικοινωνεί και συναλλάσσεται με τα πρόσωπα του περιβάλλοντος με εξαιρετική δυσκολία.
β) Σοβαρό έλλειμμα στον λόγο και ομιλία, δηλαδή το παιδί αδυνατεί να κατακτήσει τον κώδικα επικοινωνίας (λόγος γλώσσα) και να τον χρησιμοποιήσει για επικοινωνία (ομιλία).
γ) Το παιδί παρουσιάζει περιορισμένα ενδιαφέροντα και δραστηριότητες (στερεοτυπίες, εμμονές, προσκόλληση σε ρουτίνες).
Στον καθημερινό του βίο το νήπιο με αυτισμό φαίνεται σαν να είναι κλεισμένο στον εαυτό του. Οι προσπάθειες των γονέων και λίγο αργότερα των νηπιαγωγών για επικοινωνία φαίνεται να το αφήνουν αδιάφορο ή βρίσκουν μόνον ελάχιστη ανταπόκριση. Το παιδί δεν παίζει με παιχνίδια, απλώς τα χειρίζεται. Συχνά περνάει την ώρα του σε στερεότυπες δραστηριότητες (λίκνισμα, πεταρίσματα των χεριών, δάχτυλα μπροστά στα μάτια, στρίψιμο μιας κλωστής για ώρες κοκ). Άλλοτε οι στερεοτυπίες μπορεί να αφορούν το φαγητό π.χ. πρέπει να είναι πάντα την ίδια υφή ή να έχει την ίδια γεύση. Η έξοδος από το σπίτι ή άφιξη επισκεπτών μπορεί να το αναστατώσει. Μερικά παιδιά παρουσιάζουν ήπια και άλλα σοβαρότερα χαρακτηριστικά της διαταραχής. Κάποια παιδιά παρουσιάζουν μεγάλη διάσπαση προσοχής, υπερκινητικότητα, αυτοτραυματίζονται ή γίνονται επιθετικά.
Η ερευνητική προσπάθεια είναι τεράστια σε παγκόσμια κλίμακα στη διερεύνηση των αιτίων και της παθογένειας, δηλαδή, γιατί και πως συμβαίνει το πρόβλημα αυτό στο παιδί. Ανάλογη είναι και η προσπάθεια για την ανάπτυξη θεραπευτικών μεθόδων για την αντιμετώπιση του παιδιού με αυτισμό. Θεραπεία που να αναιρεί το αναπτυξιακό πρόβλημα στον εγκέφαλο του παιδιού δεν υπάρχει επί του παρόντος. Εντούτοις πολλά ερευνητικά θεραπευτικά προγράμματα έχουν δείξει ότι η πρώιμη διάγνωση, η έναρξη εντατικής αγωγής κατά τη νηπιακή ηλικία με συμπεριφοριστικές μεθόδους και η μακρά διάρκεια της ειδικής αγωγής είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε μεγάλη βελτίωση. Πολλά παιδιά μπορούν να ‘χάσουν’ τη διάγνωση ‘αυτισμού’ αργότερα στη σχολική ηλικία. Άλλα μπορεί να γίνουν άτομα λειτουργικά σε κοινωνικό πλαίσιο αν και διατηρούν κάποιες ιδιαιτερότητες στον κοινωνικό τους βίο.
Εντατική θεραπεία προϋποθέτει πρόγραμμα που μπορεί να προσφέρει τουλάχιστον 20 ώρες αγωγή την εβδομάδα από θεραπευτές ειδικευμένους στις τεχνικές που απαιτούνται για τη διαταραχή αυτή. Μέτοχοι στη θεραπευτική προσπάθεια γίνονται και οι γονείς οι οποίοι καθοδηγούνται στο χειρισμό του παιδιού. Η προσπάθεια πρέπει να συνεχίζεται και κατά τη σχολική ηλικία σε ειδικές τάξεις και αργότερα σε προγράμματα για ενήλικές. Πολλοί γονείς αντιδρούν με απελπισία στη διάγνωση αυτισμού στο παιδί τους. Αυτή είναι μια λαθεμένη αντίδραση. Οι ίδιοι πολλά μπορούν να κάμουν που να βελτιώνουν την εξέλιξη του παιδιού τους. Η συνασπισμένη προσπάθεια μέσα από συλλόγους γονέων αποτελεί επίσης ισχυρό μέσο για την ανάπτυξη ειδικών υπηρεσιών. Στην ανησυχία και το άγχος των γονέων για το μέλλον του παιδιού τους η κοινωνία πρέπει ν΄ ανταποκριθεί με γνήσιο ενδιαφέρον και φροντίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου